Αποσπάσματα από άρθρο της ΕΥΑΣ ΛΑΔΙΑ

Είχαν περάσει αρκετά χρόνια από την καταστροφή των χωριών του Κέντρους. Θυμάμαι τα μνημόσυνα που γίνονταν έτσι απλά, χωρίς ιδιαίτερες εκδηλώσεις. Ήταν περισσότερο εσωτερική υπόθεση κάθε μαρτυρικής περιοχής για να τιμήσει τους νεκρούς της.

Σποραδικά έβλεπες κάποια δημοσιεύματα κυρίως από τον Μιχαήλ Μυρ. Παπαδάκη ή τον Ανδρέα Σταυρουλάκη.

Με την ανατολή της δεκαετίας του 80, ένας ψηλός επιβλητικός κύριος είχε γίνει τακτικός επισκέπτης στην εφημερίδα.. Τα δημοσιεύματα που μας έφερνε προκαλούσαν την προσοχή, καθώς ξεπερνούσαν το φιλολογικό και το συναισθηματικό μέρος και εμβάθυναν στο ιστορικό γεγονός.

Έτσι γνωρίσαμε τον Σπύρο Μαρνιέρο το συγγραφέα των Ολοκαυτωμάτων του Κέντρους.

Πάθος για την έρευνα

Διακρίναμε σ’ αυτόν το ίδιο πάθος που χαρακτήριζε τον Μάρκο Πολιουδάκη, για την μελέτη κάθε λεπτομέρειας που αφορούσε τη Μάχη της Κρήτης.

Ο Μαρνιέρος είχε αποσπάσει την προσοχή μας επειδή μελετούσε ένα κεφάλαιο της σύγχρονης ιστορίας που είχε αρχίσει να μας ενδιαφέρει μετά από τυχαία περιστατικά που μας είχαν ωστόσο φορτίσει συναισθηματικά.

Ήταν κάποιοι απλοί άνθρωποι που έρχονταν στην εφημερίδα για να βάλουν μνημόσυνα κοντά στις 22 Αυγούστου. Μια κυρία μάλιστα, σε ήθος και φιλότιμο, μεγαλοκοπέλα ανύπαντρη έβαζε μνημόσυνο που αφορούσε πέντε άτομα!!!

Ρώτησα κάποια φορά αν επρόκειτο για δυστύχημα. Κι εκείνη που δικαιολογημένα είχε μια περίεργη συμπεριφορά, με κυκλοθυμικές αντιδράσεις, μου πέταξε μονολεκτικά:

– Γερμανοί.

Κι έφυγε βιαστικά.

Ήταν επόμενο να δείξουμε ενδιαφέρον στις μελέτες του Μαρνιέρου. Κι όταν τον είδαμε με πόση αγωνία έψαχνε να πιστοποιήσει τον ακριβή αριθμό νεκρών σε κάποιο από τα χωριά του Κέντρους απορήσαμε με την σχολαστικότητά του. Γιατί δεν γνωρίζαμε τα αίτια αυτής της αφιέρωσης στο μεγάλο του σκοπό. Να ρίξει φως σε κάθε πτυχή του μεγάλου αυτού ιστορικού γεγονότος. Μέχρι που κάποιος, ο αξέχαστος Νίκος Κοκονάς, γιατρός και συγγραφέας μας μίλησε για το δράμα του ιδιόρρυθμου φίλου μας.

«Δεν ξεγιβεντίζομαι»

Όταν χαράματα της 22ας Αυγούστου 1944 κυκλώσανε και το Γερακάρι οι Ναζί σε αντίποινα για την απαγωγή του Κράιπε, ο Σπύρος κοιμόταν με τ’ αδέλφια του τον ύπνο του δικαίου. Ο πατέρας ήταν επικηρυγμένος για τη δράση του κι έλειπε από το σπίτι.

Ξύπνησε από τις φωνές της μάνας του που προσπαθούσε να πείσει τον αδελφό του Γιώργο να ντυθεί γυναικεία για ν’ αποφύγει τη σύλληψη.

Παλικαράκι 16 χρόνων ήταν ο Γιώργης τους, μαθητής Γυμνασίου, αλλά το πατριωτικό συναίσθημα που είχε φουντώσει μέσα του τον έκανε να δείχνει μεγαλύτερος.

«Εγώ δεν ξεγιβεντίζομαι» ήταν τα τελευταία του λόγια πριν ακολουθήσει τη μοίρα του. Εκτελέστηκε με άλλους πατριώτες βυθίζοντας στο πένθος την οικογένειά του.

Η Αθηνά Μαρνιέρου δεν ξεπέρασε ποτέ την απώλεια του 16χρονου γιου της. Κι έγινε αφορμή για τη μεγάλη έρευνα που ξεκίνησε ο Σπύρος της και δεν εγκατέλειψε μέχρι το τέλος της ζωής του. Ένα τέλος όμως τόσο άδοξο για έναν από τους κορυφαίους των κρητικών Γραμμάτων.

Ένας σπουδαίος άνθρωπος

Ήταν σπουδαίος άνθρωπος ο Σπύρος. Σύμφωνα με το τυπικό βιογραφικό του γεννήθηκε στο Γερακάρι Αμαρίου 24 Δεκεμβρίου το 1931. Πτυχιούχος Πολιτικών Επιστημών της Παντείου Σχολής, υπηρέτησε στον τελωνειακό κλάδο (1962-1997) και στον κλάδο της Επιθεώρησης Τελωνείων (1977-1997). Χρημάτισε προϊστάμενος της Κεντρικής Υπηρεσίας Επιθεώρησης Τελωνείων του υπουργείου Οικονομικών (γενικός επιθεωρητής) τακτικός ομιλητής σε σεμινάρια επιμόρφωσης τελωνειακών υπαλλήλων σε θέματα εξωτερικού εμπορίου (συναλλαγματικές διατυπώσεις και πολιτική εισαγωγών-εξαγωγών) εκπρόσωπος τη Πανελλήνιας Ένωσης Επιθεωρητών υπουργείου Οικονομικών στην ΑΔΕΔΥ, και πρόεδρος «Ενώσεως Γερακαριανών Αθηνών-Πειραιώς», συνιδρυτής και συνεκδότης του περιοδικού «Κουρήτης» και μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού «Κρητολογικά γράμματα» της Ιστορικής Λαογραφικής Εταιρείας Ρεθύμνης (ΙΛΕΡ), ασχολήθηκε με θέματα ιστορίας και λαογραφίας κρητικού ενδιαφέροντος. Παντρεύτηκε την τελωνειακή υπάλληλο (πτυχιούχο Νομικής) Κωνσταντίνα Πανταζή-Μουρμούρη (1936-1991) και απέκτησαν τον Απόστολο Μαρνιέρο, που απόφοιτος της Λεοντείου Σχολής, σπούδασε τοπογράφος μηχανικός στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο. Αυτοτελείς εκδόσεις:

– Συναλλαγματικοί διατάξεις εισαγωγής (διαδικασία και πολιτική), Αθήναι 1974.

– Ρύθμισις εξωτερικού εμπορίου τομ. 2 Αθήναι 1975, 1978 (μετά Κ. Κονιστή).

– Η Αντίσταση στο Αμάρι. Αθήναι 1984.

– Ρεθεμνιώτικα ολοκαυτώματα (1941-1944), Ρέθεμνος 1991.

– Αγρίμια του Κέντρους – Ο Τουρκομάχος Ιωάννης Τάταρης 1850-1897), Ρέθεμνος 1999.

Για τον σημαντικό αυτό ιστορικό ερευνητή είχε γίνει στο Γερακάρι το 2014 μια εκδήλωση και τόσο ο πανεπιστημιακός κ. Νίκος Παπαδογιαννάκης, όσο και οι κκ. Μιχάλης Τρούλης και Γιάννης Φουρφουλάκης ανέλυσαν κάθε πτυχή της ζωής και του έργου του.

Αυτό που βασικά χαρακτήριζε το Σπύρο Μαρνιέρο ήταν ένα πάθος για τα γεγονότα στο Κέντρος.

Θυμάμαι μια μέρα στην εφημερίδα που έτυχε να συναντηθεί με τον Χαράλαμπο Κοκονά. Ήταν πάλι κοντά στο μνημόσυνο της 22 Αυγούστου. Την ώρα που μπήκε ο Σπύρος ο επισκέπτης μας διηγιόταν το τραγικό γεγονός κι ένα βουβό κλάμα τον συγκλόνιζε.

Μπήκε ο Σπύρος, χαιρέτισε κι όταν έφυγε ο συγχωριανός του μου είπε με τον χαρακτηριστικό ξερόβηχα να τον διακόπτει κατά διαστήματα:

– Είναι νωπά τα τραύματα κι ας έχουν περάσει χρόνια. Η μάνα μου αισθάνεται ότι δεν έχει περάσει ούτε μέρα.

Μια μέρα του μίλησα για τα πρακτικά μιας δίκης δοσίλογου που είχα εντοπίσει.

– Σ’ αρέσει πραγματικά ν’ ασχολείσαι; με ρώτησε.

Κατάλαβε από το βλέμμα μου την απάντηση. Τότε άκου με προσεκτικά συνέχισε.

Ξεκίνησε να μου δίνει οδηγίες. Πως αναζητάμε την πηγή, πως διασταυρώνουμε στοιχεία, πως κάνουμε συγκρίσεις και πως δεν πρέπει ποτέ να καταλήγουμε σε συμπεράσματα χωρίς ένα «ίσως» ή «θα πρέπει»…

– Και με τους δοσίλογους; Ρώτησα.

– Δεν θα μάθουμε ποτέ την αλήθεια μου είπε προσθέτοντας προφητικά.

– Όταν κανένας δεν θα αναρωτιέται πια, σιγά σιγά θα εκλείψει κάθε ενοχοποιητικό στοιχείο. Οι περισσότεροι δοσίλογοι έπεσαν στα μαλακά. Μην το ψάχνεις.

Και όταν τον ρωτούσα για πηγές με μάλωνε.

– Δεν τα βρίσκουμε στο πιάτο έτοιμα.

Και μετά βιαζόταν να προσθέσει σαν να είχε μετανιώσει που με αποπήρε.

– Αν έχεις απορίες να ρωτάς το Γιάννη (Παπιομύτογλου). Είναι σπουδαίος. Ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση.

Οι πρώτες διοργανώσεις

Το 1991, επί νομαρχίας Κλάδου, ρώτησα το Σπύρο αν ήθελε να πάρει το θέμα των «Ολοκαυτωμάτων» μια μεγαλύτερη διάσταση.
– Θα ‘πρεπε να γίνεται κάτι και στην πόλη παραδέχτηκε.

Πρόθυμος ο Παναγιώτης Κλάδος, καθότι λάτρης της ιστορίας, μας έδωσε το πράσινο φως για την πρώτη εκδήλωση στη Φορτέτζα.

Από κοντά ο Σπύρος να έχει τον πρώτο λόγο στην επιλογή των συντελεστών που πρότεινα.

Για τον τότε δήμαρχο Ανωγείων Γιώργη Σμπώκο πήρα και έπαινο που τον επέλεξα.

– Είναι ο καλύτερος μου είπε. Σωστός, αντικειμενικός και δίκαιος.

Η εκδήλωση εκείνη έμεινε στα πολιτιστικά χρονικά του τόπου και μετά λόγω του ενδιαφέροντός της εκδόθηκαν όλες οι εισηγήσεις σε βιβλίο με τίτλο «Τα Ρεθεμνιώτικα Ολοκαυτώματα».

Εκείνη τη βραδιά βέβαια είχε ξεχωρίσει το έμμετρο χρονικό του Κώστα Απανωμεριτάκη «Το Μπλόκο». Ένα μνημειώδες έργο που αναφέρεται στα γεγονότα.

– Αυτό δεν θα πρέπει να λείπει από καμιά εκδήλωση, σχολίασε ο Σπύρος. Έχει τόσο δυνατό στίχο. Είναι σαν να βλέπεις τα γεγονότα να ξετυλίγονται μπροστά σου.

Ένας επιτυχημένος θεσμός

Η εκδήλωση εκείνη που είχε οργανώσει η Πολιτιστική Αναγέννηση με την εποπτεία του Σπύρου Μαρνιέρου, είχε και συνέχεια. Κάθε χρόνο και καλύτερα. Με την πολύτιμη συμβολή του Αντώνη Χαραλαμπάκη τότε διευθυντή Πολιτισμού. Μέχρι που ήρθε μια επέτειος που στοίχισε πιο πολύ η δεξίωση, το τραπέζι δηλαδή από την καλλιτεχνική εκδήλωση με συμμετοχή και προσκεκλημένων από όλες τις μαρτυρικές περιοχές ακόμα και από το Μαρτσαμπότο της Ιταλίας.

Επόμενο ήταν να σταματήσει κάθε διοργάνωση. Ήταν προσβολή στη μνήμη των ηρωικών νεκρών να γίνεται τόσος κόπος για μια αξιοπρεπή διοργάνωση και να απαιτούνται τόσα έξοδα για το «τραπέζωμα» μετά την τελετή. Αυτή την απόφαση την επικρότησε και ο ίδιος ο Μαρνιέρος, γιατί διακρινόταν πάντα για την αξιοπρέπεια, την αρχοντιά και την ανιδιοτέλειά του. Μέχρι που με τον Καποδίστρια ο εορτασμός απέκτησε άλλη βαρύτητα.

[…]

Συγκλονιστικά ντοκουμέντα

Στο μεταξύ ο Μαρνιέρος συνέχιζε να κάνει μια σπουδαία δουλειά. Με συνεργείο του Creta Channel και αυστηρή εντολή Γιάννη Χαλκιαδάκη να είναι κάθε επιθυμία του Σπύρου δική του εντολή έγινε το 1996, μια σπάνια καταγραφή μαρτυριών από όλα τα χωριά του Κέντρους. Μετά την προβολή, στο κανάλι, μου έφερε μια κασέτα και μου είπε:

«Φύλαξέ την σαν τα μάτια σου».

Κι είχε δίκιο. Γιατί μαρτυρία του Τζωρτζάκη, μοναδικού επιζήσαντα από την εκτέλεση στο Γερακάρι και αυτόπτη μάρτυρα των γεγονότων που θα βρίσκαμε σήμερα; Αφήνουμε και όλους τους άλλους που μιλούν στην κάμερα για τα γεγονότα και σήμερα δεν είναι στη ζωή. Όπως η μαρτυρική Ολυμπία Χανδράκη από το Άνω Μέρος.

Ο πάντα τυπικός και μεθοδικός σε κάθε δραστηριότητά του Σπύρος Μαρνιέρος, είχε κάθε λόγο να επιμένει στην περιφρούρηση του αρχειακού μας υλικού επειδή μόλις είχε δώσει σε μια συγγραφέα πολύτιμο φωτογραφικό υλικό από τις γυναίκες του Κέντρους και δεν το ξαναείδαμε. Μάταια την αναζητούσα όπου μάθαινα ότι είχε καταλύσει για να μας επιστρέψει το πολύτιμο υλικό.

Μέχρι το τέλος της ζωής του ο Σπύρος Μαρνιέρος, όταν τηλεφωνούσε η πρώτη του ερώτηση ήταν αν επεστράφησαν οι φωτογραφίες για ν’ αστράψει και να βροντήσει όταν έπαιρνε την αρνητική μου απάντηση. Την ίδια αντίδραση που είχε, όταν έβλεπε λάθη στα κείμενά του.

Ο καλός συνάδελφος Δημήτρης Τζανακάκης, ένας από τους εκλεκτούς του φίλους επίσης, ήξερε την αδυναμία του αυτή και μόλις έβλεπε κείμενο του Σπύρου μόνο που δεν το στοιχειοθετούσε ο ίδιος. Πέντε κι έξι φορές έβγαινε διόρθωση. Και πάλι ο Σπύρος είχε τις ενστάσεις του. Αυτή τη φορά με τον εαυτό του, γιατί ήθελε κάτι να έχει τονιστεί από πλευράς του περισσότερο. Ήταν τελειομανής με όλη τη σημασία της λέξης.

[…]

Ο Σπύρος Μαρνιέρος κατά κοινή ομολογία καταξιώθηκε ως ο συγγραφέας των «Ολοκαυτωμάτων» και επάξια τιμάται στη συνείδηση καθενός που τον γνώρισε και απόλαυσε τη φιλία του. Ιδιαίτερα προνομιούχοι εμείς που αποκτήσαμε και τόσες ιστορικές γνώσεις πλάι του, υπηρετώντας τους ιερούς σκοπούς του. Και συντηρούμε τη μνήμη του με ευγνωμοσύνη για όσα μας δίδαξε κυρίως στον τομέα της ιστορικής έρευνας.

Όπως του είχαμε υποσχεθεί συγκεντρώθηκε όλο το έργο του που δεν έχει εκδοθεί σε βιβλίο για να είναι στη διάθεση κάθε ιστορικού ερευνητή. Για να είναι αιώνια η μνήμη ενός σημαντικού ανθρώπου, που χάρις στο ενδιαφέρον του δεν χάθηκε στη λήθη μια από τις σημαντικότερες σελίδες της σύγχρονης ιστορίας όπως είναι τα «Ολοκαυτώματα των χωριών του Κέντρους» και η θυσία των κατοίκων τους.